Το αλώνι όμως και το λιοτρίβι δε θα είναι αρκετά για να σας θρέψουν· ο μούστος θα σας λείψει κι αυτός. Δε θα μπορέσετε να μείνετε στη χώρα του Κυρίου. Ο λαός του Εφραΐμ θα πρέπει ή στην Αίγυπτο να επιστρέψει ή να φάει στην Ασσυρία μιαρές τροφές. Δε θα μπορούνε να προσφέρουν πια στον Κύριο σπονδές κρασιού ούτε θα είναι ευχάριστες σ’ αυτόν οι θυσίες τους. Το ψωμί που θα τρώνε θα ’ναι ακάθαρτο, και θα κάνει ακάθαρτον όποιον το τρώει, όπως το ψωμί που προσφέρουν στις κηδείες. (Κι αυτό θα συμβεί γιατί τρώνε τα γεννήματά τους μόνο για να χορτάσουνε την πείνα τους· δε θα μπορούνε να προσφέρουν τίποτε απ’ αυτά στο ναό του Κυρίου). Όταν η μέρα θα ’ρθει της μεγάλης γιορτής του Κυρίου σαν σήμερα, πώς τότε θα τη γιορτάσετε; Όταν θα εγκαταλείψετε την ερημωμένη χώρα σας, θα σας περιμαζέψει η Αίγυπτος, αλλά για να σας θάψει στη Μέμφιδα. Εκεί που τώρα λάμπουν οι πολύτιμοι θησαυροί σας τ’ ασημιού, εκεί θα φυτρώσουν αγριόχορτα· αγκάθια θα σκεπάσουν των σπιτιών σας τα ερείπια. Έφτασε ο καιρός της τιμωρίας, ο καιρός της ανταπόδοσης. Εσύ, Ισραήλ, πρέπει να το γνωρίζεις.
«Ανόητος», λέτε, «είν’ ο προφήτης! Τρελός ο άνθρωπος του Πνεύματος!» Μ’ αυτά τα λόγια με προσβάλλετε. Με μισείτε τόσο πολύ, γιατί τόσο μεγάλη είν’ η αμαρτία σας. Εσείς, λαέ του Εφραΐμ, στρέφεστε εναντίον του Θεού μου. Αλλά όπου κι αν πάω, μου στήνετε παγίδες. Και στο ναό ακόμα του Θεού μου μού επιτίθεστε. Διαφθαρήκατε εντελώς, όπως οι κάτοικοι της Γαβαά στο παρελθόν. Ο Κύριος θα θυμηθεί την ανομία σας, την αμαρτία σας θα τιμωρήσει.
Ο Κύριος λέει: «Όταν πρωτοσυνάντησα, τον Ισραήλ ήταν για με λαχταριστός, σαν τα σταφύλια στην έρημο και σαν τα πρωτογίνωτα τα σύκα στη συκιά οι πρόγονοί τους, ώριμα και γλυκά. Όμως αυτοί, μόλις έφτασαν στη Βάαλ-Φεγώρ, αφιερώθηκαν στο επαίσχυντο είδωλο κι έγιναν το ίδιο βδελυροί όπως κι εκείνο. Αχ, αυτός ο Εφραΐμ! Η δόξα του θα πετάξει σαν πουλί. Οι γυναίκες δεν θα πιάνουν πια παιδιά ούτε θα εγκυμονούνε· παιδιά δεν θα γεννιούνται. Και αν ακόμα μεγαλώσουν τα παιδιά τους, θα τ’ αρπάξω και δε θ’ αφήσω ούτ’ ένα ζωντανό. Αλίμονό τους άμα απομακρυνθώ απ’ αυτούς! Φοίνικας δυνατός ήταν ο Εφραΐμ για μένα, σ’ έδαφος γόνιμο φυτεμένος. Τώρα είν’ αναγκασμένος να οδηγήσει ο ίδιος τους γιους του στο φονιά».
Κύριε, αν πρέπει έτσι να γίνει, με μήτρες άγονες τουλάχιστον τιμώρησέ τους, με στήθη που στερέψανε.
Ο Κύριος λέει: «Στα Γάλγαλα όλη τους την κακία δείξανε. Από τότε άρχισα εγώ να στρέφομαι εναντίον τους. Και για τις πράξεις τους τις βδελυρές έξω απ’ τη χώρα μου θα τους διώξω. Θα πάψω να τους αγαπώ· αντάρτες είν’ οι άρχοντές τους όλοι. Ο Εφραΐμ είναι σαν μαραμένο δέντρο· η ρίζα του ξεράθηκε, δε δίνει πια καρπό. Μα κι αν ακόμα οι γυναίκες του λαού γεννήσουν, θα θανατώσω τ’ αγαπημένα τους παιδιά».
Ο Θεός μου θα τους αποδιώξει, γιατί δεν τον άκουσαν. Κι έτσι πρόσφυγες θα πλανιούνται ανάμεσα στα έθνη.