ΨΑΛΜΟΙ 107 [106]
107 [106]
ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
(Ψλ 107–150)
Ευχαριστία στο Θεό ελευθερωτή
1Δοξολογήστε τον Κύριο, γιατί είναι καλός
κι αιώνια διαρκεί η αγάπη του!
2Έτσι ας λένε αυτοί που ο Κύριος τους λύτρωσε,
που τους λευτέρωσε απ’ την εξουσία του εχθρού,
3και που τους σύναξε μέσ’ απ’ τις χώρες όλες,
από τη δύση κι από την ανατολή,
απ’ το βορρά κι από το νότο.#από το νότο, το πιθανό κείμενο. Το εβρ. έχει: «από τη θάλασσα».
4Περιπλανιούνταν μέσ’ στην έρημο την άβατη,
για πόλη να την κατοικήσουνε δρόμο δε βρίσκαν.
5Από την πείνα και τη δίψα υπέφεραν
και κάθε ελπίδα για ζωή
τούς είχ’ εγκαταλείψει.
6Τότε μέσα στη θλίψη τους στον Κύριο κραυγάσαν
κι αυτός τους λύτρωσε απ’ όλες τους τις αγωνίες.
7Και τους οδήγησε μέσ’ από δρόμο ολόισιο,
σε πολιτεία να πάνε που να μπορούν να κατοικήσουν.
8Τον Κύριο ας δοξολογούν για την αγάπη του
και για τα θαυμαστά του έργα στους ανθρώπους.
9Αυτός ξεδίψασε τους διψασμένους,
τους πεινασμένους τους γέμισε αγαθά.
10Άλλοι είχανε για κατοικία τους το ζοφερό σκοτάδι
δεσμώτες με χειροπέδες στην αθλιότητα,
11γιατ’ είχαν απειθήσει στα λόγια του Θεού,
του Ύψιστου τη συμβουλή είχαν καταφρονήσει.
12Κάτω απ’ τον κόπο λύγισε την καρδιά τους,
απόκαμαν κι ούτ’ ένας δε βρέθηκε βοηθός.
13Τότε μέσα στη θλίψη τους στον Κύριο κραυγάσαν
κι αυτός τους λύτρωσε απ’ όλες τους τις αγωνίες.
14Τους έβγαλε απ’ το ζοφερό σκοτάδι
και τα δεσμά τους τα ’σπασε.
15Τον Κύριο ας δοξολογούν για την αγάπη του·
και για τα θαυμαστά του έργα στους ανθρώπους.
16Αυτός σύντριψε χάλκινες πύλες
και σιδερένιους θρυμμάτισε μοχλούς.
17Άλλοι απ’ τη διαγωγή τους την παράνομη είχαν παραφρονήσει
κι υπέφεραν από τις παραβάσεις τους·
18τους προκαλούσε αηδία κάθε λογής τροφή
και πλησιάζανε στις πύλες του θανάτου.
19Τότε μέσα στη θλίψη τους στον Κύριο κραυγάσαν
κι αυτός τους λύτρωσε απ’ όλες τους τις αγωνίες.
20Το λόγο του έστειλε και τους γιάτρεψε
και τη ζωή τους γλίτωσε απ’ τον τάφο.
21Τον Κύριο ας δοξολογούν για την αγάπη του
και για τα θαυμαστά του έργα στους ανθρώπους.
22Θυσίες ευχαριστήριες ας προσφέρουνε,
μ’ ενθουσιασμό τα έργα του ας κηρύττουν.
23Άλλοι ταξίδευαν στη θάλασσα με πλοία
κι εργάζονταν μέσ’ στα πολλά νερά·
24αυτοί είδανε τι μπορεί να κάνει ο Κύριος,
τα θαυμαστά του έργα στα βάθη του ωκεανού.
25Πρόσταξε αυτός κι ανεμοθύελλα σηκώθηκε,
που ύψωσε τα κύματα της θάλασσας.
26Κι αυτοί ανεβαίνουν ως τον ουρανό,
και κατεβαίνουν ως τα βάθη της αβύσσου·
λιώνει η ψυχή τους μπρος στον κίνδυνο.
27Τρικλίζουν και παραπατούν σαν μεθυσμένοι
κι όλη η επιδεξιότητά τους χάνεται.
28Τότε μέσα στη θλίψη τους στον Κύριο κραυγάσαν,
κι αυτός τους λύτρωσε απ’ όλες τους τις αγωνίες.
29Κατασιγάζει την ανεμοζάλη
και ησυχάζουνε τα κύματα.
30Κι ετούτοι χαίρονται για τη γαλήνη που ξανάρθε·
κι ο Κύριος τους οδηγεί στο ποθητό λιμάνι τους.
31Τον Κύριο ας δοξολογούν για την αγάπη του
και για τα θαυμαστά του έργα στους ανθρώπους.
32Ας λέν’ το μεγαλείο του μες στου λαού τη σύναξη
κι ας τον υμνούνε στο συνέδριο των πρεσβυτέρων.
33Εκείνος μεταβάλλει τους ποταμούς σ’ έρημη γη
και τις νεροπηγές
σ’ άνυδρους τόπους.
34Την καρποφόρα γη σε αλμυρή
για των κατοίκων της την κακία.
35Άλλοτε πάλι αλλάζει την έρημο σε λίμνες με νερό,
και την άνυδρη γη σε νερομάνες.
36Τους πεινασμένους τούς εγκαθιστά εκεί
και πόλη ιδρύουν για να κατοικήσουν.
37Σπέρνουν αγρούς
και φυτεύουν αμπέλια
και τη συγκομιδή κάνουνε του καρπού.
38Τους ευλογεί ο Κύριος και πλήθος γίνονται μεγάλο
και δεν αφήνει τα κοπάδια τους να λιγοστέψουν.
39Αλλά όταν λιγοστεύουν κι εξευτελίζονται
από την καταπίεση, τη συμφορά, τις θλίψεις,
40στέλνει ο Κύριος την καταφρόνεση στους άρχοντες,
σ’ έρημο αδιάβατη τους κάνει να περιπλανιούνται.
41Μα τους φτωχούς τούς εξυψώνει απ’ την ανέχεια
και κάνει τις φαμίλιες τους
ν’ αυξαίνουν σαν κοπάδια.
42Τα βλέπουν τούτα οι τίμιοι και χαίρονται·
κι αποστομώνεται ο κάθε μοχθηρός.
43Εκείνος που ’χει φρόνηση
ετούτα ας τα παρατηρεί·
και την αγάπη του Κυρίου θα καταλάβει.
Επιλέχθηκαν προς το παρόν:
ΨΑΛΜΟΙ 107 [106]: TGV
Επισημάνσεις
Κοινοποίηση
Αντιγραφή
Θέλετε να αποθηκεύονται οι επισημάνσεις σας σε όλες τις συσκευές σας; Εγγραφείτε ή συνδεθείτε
Copyrighted by the Hellenic Bible Society, 1997, 2003.
ΨΑΛΜΟΙ 107 [106]
107 [106]
ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
(Ψλ 107–150)
Ευχαριστία στο Θεό ελευθερωτή
1Δοξολογήστε τον Κύριο, γιατί είναι καλός
κι αιώνια διαρκεί η αγάπη του!
2Έτσι ας λένε αυτοί που ο Κύριος τους λύτρωσε,
που τους λευτέρωσε απ’ την εξουσία του εχθρού,
3και που τους σύναξε μέσ’ απ’ τις χώρες όλες,
από τη δύση κι από την ανατολή,
απ’ το βορρά κι από το νότο.#από το νότο, το πιθανό κείμενο. Το εβρ. έχει: «από τη θάλασσα».
4Περιπλανιούνταν μέσ’ στην έρημο την άβατη,
για πόλη να την κατοικήσουνε δρόμο δε βρίσκαν.
5Από την πείνα και τη δίψα υπέφεραν
και κάθε ελπίδα για ζωή
τούς είχ’ εγκαταλείψει.
6Τότε μέσα στη θλίψη τους στον Κύριο κραυγάσαν
κι αυτός τους λύτρωσε απ’ όλες τους τις αγωνίες.
7Και τους οδήγησε μέσ’ από δρόμο ολόισιο,
σε πολιτεία να πάνε που να μπορούν να κατοικήσουν.
8Τον Κύριο ας δοξολογούν για την αγάπη του
και για τα θαυμαστά του έργα στους ανθρώπους.
9Αυτός ξεδίψασε τους διψασμένους,
τους πεινασμένους τους γέμισε αγαθά.
10Άλλοι είχανε για κατοικία τους το ζοφερό σκοτάδι
δεσμώτες με χειροπέδες στην αθλιότητα,
11γιατ’ είχαν απειθήσει στα λόγια του Θεού,
του Ύψιστου τη συμβουλή είχαν καταφρονήσει.
12Κάτω απ’ τον κόπο λύγισε την καρδιά τους,
απόκαμαν κι ούτ’ ένας δε βρέθηκε βοηθός.
13Τότε μέσα στη θλίψη τους στον Κύριο κραυγάσαν
κι αυτός τους λύτρωσε απ’ όλες τους τις αγωνίες.
14Τους έβγαλε απ’ το ζοφερό σκοτάδι
και τα δεσμά τους τα ’σπασε.
15Τον Κύριο ας δοξολογούν για την αγάπη του·
και για τα θαυμαστά του έργα στους ανθρώπους.
16Αυτός σύντριψε χάλκινες πύλες
και σιδερένιους θρυμμάτισε μοχλούς.
17Άλλοι απ’ τη διαγωγή τους την παράνομη είχαν παραφρονήσει
κι υπέφεραν από τις παραβάσεις τους·
18τους προκαλούσε αηδία κάθε λογής τροφή
και πλησιάζανε στις πύλες του θανάτου.
19Τότε μέσα στη θλίψη τους στον Κύριο κραυγάσαν
κι αυτός τους λύτρωσε απ’ όλες τους τις αγωνίες.
20Το λόγο του έστειλε και τους γιάτρεψε
και τη ζωή τους γλίτωσε απ’ τον τάφο.
21Τον Κύριο ας δοξολογούν για την αγάπη του
και για τα θαυμαστά του έργα στους ανθρώπους.
22Θυσίες ευχαριστήριες ας προσφέρουνε,
μ’ ενθουσιασμό τα έργα του ας κηρύττουν.
23Άλλοι ταξίδευαν στη θάλασσα με πλοία
κι εργάζονταν μέσ’ στα πολλά νερά·
24αυτοί είδανε τι μπορεί να κάνει ο Κύριος,
τα θαυμαστά του έργα στα βάθη του ωκεανού.
25Πρόσταξε αυτός κι ανεμοθύελλα σηκώθηκε,
που ύψωσε τα κύματα της θάλασσας.
26Κι αυτοί ανεβαίνουν ως τον ουρανό,
και κατεβαίνουν ως τα βάθη της αβύσσου·
λιώνει η ψυχή τους μπρος στον κίνδυνο.
27Τρικλίζουν και παραπατούν σαν μεθυσμένοι
κι όλη η επιδεξιότητά τους χάνεται.
28Τότε μέσα στη θλίψη τους στον Κύριο κραυγάσαν,
κι αυτός τους λύτρωσε απ’ όλες τους τις αγωνίες.
29Κατασιγάζει την ανεμοζάλη
και ησυχάζουνε τα κύματα.
30Κι ετούτοι χαίρονται για τη γαλήνη που ξανάρθε·
κι ο Κύριος τους οδηγεί στο ποθητό λιμάνι τους.
31Τον Κύριο ας δοξολογούν για την αγάπη του
και για τα θαυμαστά του έργα στους ανθρώπους.
32Ας λέν’ το μεγαλείο του μες στου λαού τη σύναξη
κι ας τον υμνούνε στο συνέδριο των πρεσβυτέρων.
33Εκείνος μεταβάλλει τους ποταμούς σ’ έρημη γη
και τις νεροπηγές
σ’ άνυδρους τόπους.
34Την καρποφόρα γη σε αλμυρή
για των κατοίκων της την κακία.
35Άλλοτε πάλι αλλάζει την έρημο σε λίμνες με νερό,
και την άνυδρη γη σε νερομάνες.
36Τους πεινασμένους τούς εγκαθιστά εκεί
και πόλη ιδρύουν για να κατοικήσουν.
37Σπέρνουν αγρούς
και φυτεύουν αμπέλια
και τη συγκομιδή κάνουνε του καρπού.
38Τους ευλογεί ο Κύριος και πλήθος γίνονται μεγάλο
και δεν αφήνει τα κοπάδια τους να λιγοστέψουν.
39Αλλά όταν λιγοστεύουν κι εξευτελίζονται
από την καταπίεση, τη συμφορά, τις θλίψεις,
40στέλνει ο Κύριος την καταφρόνεση στους άρχοντες,
σ’ έρημο αδιάβατη τους κάνει να περιπλανιούνται.
41Μα τους φτωχούς τούς εξυψώνει απ’ την ανέχεια
και κάνει τις φαμίλιες τους
ν’ αυξαίνουν σαν κοπάδια.
42Τα βλέπουν τούτα οι τίμιοι και χαίρονται·
κι αποστομώνεται ο κάθε μοχθηρός.
43Εκείνος που ’χει φρόνηση
ετούτα ας τα παρατηρεί·
και την αγάπη του Κυρίου θα καταλάβει.
Επιλέχθηκαν προς το παρόν:
:
Επισημάνσεις
Κοινοποίηση
Αντιγραφή
Θέλετε να αποθηκεύονται οι επισημάνσεις σας σε όλες τις συσκευές σας; Εγγραφείτε ή συνδεθείτε
Copyrighted by the Hellenic Bible Society, 1997, 2003.