ΨΑΛΜΟΙ 109 [108]
109 [108]
Επίκληση στο Θεό να επέμβει
1Στον πρωτοψάλτη· ψαλμός του Δαβίδ.
Θεέ, που σ’ εξυμνώ,
μη μένεις σιωπηλός!
2Γιατί, το στόμα του ασεβή
και του ύπουλου το στόμα
μιλάνε εναντίον μου·
με γλώσσα που λέει ψέματα μίλησαν για μένα.
3Με λόγια μίσους με κυκλώνουνε
κι αναίτια με πολεμούν.
4Ενώ εγώ τους αγαπώ,
αντιδικούν μαζί μου,
αλλά εγώ προσεύχομαι γι’ αυτούς.
5Μου ανταποδίδουνε κακό για το καλό,
αντί για την αγάπη μίσος.
6Λένε: «Ας τον καταγγείλουμε ως ασεβή
κι ας του ορίσουμε δολερό συνήγορο.
7Ώστε όταν θα δικάζεται, ένοχος να βρεθεί
κι η προσευχή του να του λογιστεί αμαρτία.
8Ας γίνουν λιγοστές οι μέρες του
κι άλλος ας πάρει το αξίωμά του.
9Ας γίνουν τα παιδιά του ορφανά
κι η γυναίκα του χήρα.
10Οι γιοι του ας πλανιούνται κι ας παρακαλούν,
ας ζητιανεύουνε μακριά
απ’ των σπιτιών τους τα ερείπια.
11Ας απαιτήσει ο δανειστής
όλα τα υπάρχοντά του,
και ξένοι ας αρπάζουνε το μόχθο του.
12Κανείς να μην του είναι στοργικός,
κανένας σπλαχνικός για τα ορφανά του.
13Οι απόγονοί του να ξολοθρευτούν,
σε μια γενιά να σβήσει τ’ όνομά τους.
14Ας τη θυμάται ο Κύριος
την ανομία των προγόνων του,
η αμαρτία της μάνας του ας μην εξαλειφτεί.
15Να τα θυμάται όλ’ αυτά για πάντα ο Κύριος,
μα η θύμηση των ίδιων από τη γη να εξαλειφθεί.
16Γιατί δε νοιάστηκε να δείξει έλεος,
τον δύστυχο κατάτρεξε και τον φτωχό,
τον ταλαιπωρημένο για να τον σκοτώσει.
17Να καταριέται του άρεσε·
ας πέσει πάνω του η κατάρα.
Την ευλογία δεν την ήθελε·
ας φύγει μακριά απ’ αυτόν.
18Ντύθηκε την κατάρα#κατάρα. Η κατάρα νοείται όπως εις Ψλ 7:4-6. όπως το ρούχο του·
ας μπει αυτή μέσα του σαν το νερό
και σαν το λάδι ας μείνει πάνω του.
19Λοιπόν, ας μείνει πάνω του
καθώς η φορεσιά που πάντα τον σκεπάζει
κι όπως η ζώνη που πάντα του την περιζώνεται».
20Μ’ αυτή την τιμωρία πλήρωσέ τους, Κύριε,
αυτούς που με κατηγορούν
και με συκοφαντούνε.
21Εσύ, Κύριε, Θεέ, πράξε για μένα
όπως αυτό που είσαι σου επιβάλλει·
η καλοσύνη σου είναι τέλεια,
γλίτωσέ με.
22Γιατί, εγώ είμαι φτωχός και πένητας,
και πληγωμένη είναι μέσα μου η καρδιά μου.
23Σαν τη σκιά που αποτραβιέται, λίγο λίγο χάνομαι,
μ’ αποτινάξανε σαν να ’μουνα ακρίδα.
24Τα γόνατά μου απ’ τη νηστεία τρέμουνε
και το κορμί μου απόμεινε ισχνό.
25Κι εγώ τους έγινα περίγελως·
όταν με βλέπουνε κουνάνε το κεφάλι.
26Βοήθησέ με, Κύριε, Θεέ μου,
με την πολλή σου αγάπη σώσε με.
27Κι ας δουν σ’ αυτήν την πράξη σου τη δύναμή σου,
και πως δικό σου έργο είναι, Κύριε.
28Κι αν καταριούνται αυτοί,
εσύ θα μ’ ευλογείς·
κι αν σηκωθούνε εναντίον μου,
θα καταντροπιαστούνε,
και θα χαρεί ο αφοσιωμένος σου.
29Οι συκοφάντες μου ας ντυθούνε την ντροπή,
και την αισχύνη τους καθώς μανδύα
ας τη φορέσουν.
30Τον Κύριο με τα λόγια μου
πολύ θα τον δοξολογώ,
και μες στο πλήθος ύμνους θα του ψάλλω.
31Αυτός τον φτωχό τον παραστέκεται,
για να τον σώζει από κείνους
που τον καταδικάζουν.
Επιλέχθηκαν προς το παρόν:
ΨΑΛΜΟΙ 109 [108]: TGV
Επισημάνσεις
Κοινοποίηση
Αντιγραφή
Θέλετε να αποθηκεύονται οι επισημάνσεις σας σε όλες τις συσκευές σας; Εγγραφείτε ή συνδεθείτε
Copyrighted by the Hellenic Bible Society, 1997, 2003.
ΨΑΛΜΟΙ 109 [108]
109 [108]
Επίκληση στο Θεό να επέμβει
1Στον πρωτοψάλτη· ψαλμός του Δαβίδ.
Θεέ, που σ’ εξυμνώ,
μη μένεις σιωπηλός!
2Γιατί, το στόμα του ασεβή
και του ύπουλου το στόμα
μιλάνε εναντίον μου·
με γλώσσα που λέει ψέματα μίλησαν για μένα.
3Με λόγια μίσους με κυκλώνουνε
κι αναίτια με πολεμούν.
4Ενώ εγώ τους αγαπώ,
αντιδικούν μαζί μου,
αλλά εγώ προσεύχομαι γι’ αυτούς.
5Μου ανταποδίδουνε κακό για το καλό,
αντί για την αγάπη μίσος.
6Λένε: «Ας τον καταγγείλουμε ως ασεβή
κι ας του ορίσουμε δολερό συνήγορο.
7Ώστε όταν θα δικάζεται, ένοχος να βρεθεί
κι η προσευχή του να του λογιστεί αμαρτία.
8Ας γίνουν λιγοστές οι μέρες του
κι άλλος ας πάρει το αξίωμά του.
9Ας γίνουν τα παιδιά του ορφανά
κι η γυναίκα του χήρα.
10Οι γιοι του ας πλανιούνται κι ας παρακαλούν,
ας ζητιανεύουνε μακριά
απ’ των σπιτιών τους τα ερείπια.
11Ας απαιτήσει ο δανειστής
όλα τα υπάρχοντά του,
και ξένοι ας αρπάζουνε το μόχθο του.
12Κανείς να μην του είναι στοργικός,
κανένας σπλαχνικός για τα ορφανά του.
13Οι απόγονοί του να ξολοθρευτούν,
σε μια γενιά να σβήσει τ’ όνομά τους.
14Ας τη θυμάται ο Κύριος
την ανομία των προγόνων του,
η αμαρτία της μάνας του ας μην εξαλειφτεί.
15Να τα θυμάται όλ’ αυτά για πάντα ο Κύριος,
μα η θύμηση των ίδιων από τη γη να εξαλειφθεί.
16Γιατί δε νοιάστηκε να δείξει έλεος,
τον δύστυχο κατάτρεξε και τον φτωχό,
τον ταλαιπωρημένο για να τον σκοτώσει.
17Να καταριέται του άρεσε·
ας πέσει πάνω του η κατάρα.
Την ευλογία δεν την ήθελε·
ας φύγει μακριά απ’ αυτόν.
18Ντύθηκε την κατάρα#κατάρα. Η κατάρα νοείται όπως εις Ψλ 7:4-6. όπως το ρούχο του·
ας μπει αυτή μέσα του σαν το νερό
και σαν το λάδι ας μείνει πάνω του.
19Λοιπόν, ας μείνει πάνω του
καθώς η φορεσιά που πάντα τον σκεπάζει
κι όπως η ζώνη που πάντα του την περιζώνεται».
20Μ’ αυτή την τιμωρία πλήρωσέ τους, Κύριε,
αυτούς που με κατηγορούν
και με συκοφαντούνε.
21Εσύ, Κύριε, Θεέ, πράξε για μένα
όπως αυτό που είσαι σου επιβάλλει·
η καλοσύνη σου είναι τέλεια,
γλίτωσέ με.
22Γιατί, εγώ είμαι φτωχός και πένητας,
και πληγωμένη είναι μέσα μου η καρδιά μου.
23Σαν τη σκιά που αποτραβιέται, λίγο λίγο χάνομαι,
μ’ αποτινάξανε σαν να ’μουνα ακρίδα.
24Τα γόνατά μου απ’ τη νηστεία τρέμουνε
και το κορμί μου απόμεινε ισχνό.
25Κι εγώ τους έγινα περίγελως·
όταν με βλέπουνε κουνάνε το κεφάλι.
26Βοήθησέ με, Κύριε, Θεέ μου,
με την πολλή σου αγάπη σώσε με.
27Κι ας δουν σ’ αυτήν την πράξη σου τη δύναμή σου,
και πως δικό σου έργο είναι, Κύριε.
28Κι αν καταριούνται αυτοί,
εσύ θα μ’ ευλογείς·
κι αν σηκωθούνε εναντίον μου,
θα καταντροπιαστούνε,
και θα χαρεί ο αφοσιωμένος σου.
29Οι συκοφάντες μου ας ντυθούνε την ντροπή,
και την αισχύνη τους καθώς μανδύα
ας τη φορέσουν.
30Τον Κύριο με τα λόγια μου
πολύ θα τον δοξολογώ,
και μες στο πλήθος ύμνους θα του ψάλλω.
31Αυτός τον φτωχό τον παραστέκεται,
για να τον σώζει από κείνους
που τον καταδικάζουν.
Επιλέχθηκαν προς το παρόν:
:
Επισημάνσεις
Κοινοποίηση
Αντιγραφή
Θέλετε να αποθηκεύονται οι επισημάνσεις σας σε όλες τις συσκευές σας; Εγγραφείτε ή συνδεθείτε
Copyrighted by the Hellenic Bible Society, 1997, 2003.