Λογότυπο YouVersion
Εικονίδιο αναζήτησης

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 2:1-40

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 2:1-40 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

Τις ημέρες εκείνες ο Καίσαρας Αύγουστος έβγαλε διάταγμα να απογραφτεί όλη η οικουμένη. Η απογραφή αυτή ήταν η πρώτη που έγινε όταν έπαρχος της Συρίας ήταν ο Κυρήνιος. Όλοι πήγαιναν, λοιπόν, να απογραφτούν, καθένας στον τόπο της καταγωγής του. Ανέβηκε κι ο Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ, πόλη της Γαλιλαίας, στην Ιουδαία, για να απογραφτεί στην πόλη Δαβίδ, που ονομάζεται Βηθλεέμ, γιατί καταγόταν από την οικογένεια και τη γενιά του Δαβίδ. Είχε μαζί του και τη Μαριάμ, τη μνηστή του, η οποία ήταν έγκυος. Τον καιρό που αυτοί ήταν εκεί, ήρθε η ώρα της Μαριάμ να γεννήσει, και γέννησε τον γιο της τον πρωτότοκο. Τον σπαργάνωσε και τον ξάπλωσε σ’ ένα παχνί, γιατί δε βρήκαν μέρος στο πανδοχείο. Στην περιοχή εκείνη βρίσκονταν βοσκοί που έμεναν στο ύπαιθρο και φύλαγαν βάρδιες τη νύχτα για το κοπάδι τους. Σ’ αυτούς παρουσιάστηκε ένας άγγελος Κυρίου και τους περιέβαλε θεϊκή λαμπρότητα. Εκείνοι κατατρόμαξαν, αλλά ο άγγελος τους είπε: «Μην τρομάζετε! Σας φέρνω ένα χαρμόσυνο άγγελμα, που θα γεμίσει με χαρά μεγάλη όλο τον κόσμο: Σήμερα, στην πόλη Δαβίδ γεννήθηκε για χάρη σας σωτήρας –κι αυτός είναι ο Χριστός, ο Κύριος. Και τούτο είναι το σημάδι για να τον αναγνωρίσετε: Θα βρείτε ένα βρέφος σπαργανωμένο και ξαπλωμένο μέσα σ’ ένα παχνί». Ξαφνικά, κοντά στον άγγελο, παρουσιάστηκε ένα πλήθος απ’ την ουράνια στρατιά των αγγέλων, οι οποίοι υμνούσαν το Θεό και έλεγαν: «Δόξα στον ύψιστο Θεό και ειρήνη στη γη, αγάπη και σωτηρία για τους ανθρώπους!» Όταν οι άγγελοι έφυγαν στον ουρανό, οι βοσκοί είπαν μεταξύ τους: «Ας πάμε λοιπόν ως τη Βηθλεέμ να δούμε αυτά που έγιναν και που μας έκανε γνωστά ο Κύριος». Τρέχοντας ήρθαν και βρήκαν τη Μαριάμ και τον Ιωσήφ, και το βρέφος ξαπλωμένο στο παχνί. Όταν τους είδαν, τους διηγήθηκαν τα λόγια που τους είπε ο άγγελος γι’ αυτό το παιδί. Όλοι όσοι τα άκουσαν έμειναν κατάπληκτοι μ’ αυτά που τους είπαν οι βοσκοί. Η Μαριάμ διατηρούσε όλα αυτά τα λόγια στην καρδιά της και τα σκεφτόταν συνεχώς. Οι βοσκοί γύρισαν πίσω δοξάζοντας και υμνώντας το Θεό για όλα όσα άκουσαν και είδαν· ήταν όλα όπως τους είχαν ειπωθεί. Όταν συμπληρώθηκαν οχτώ μέρες, έκαναν στο παιδί περιτομή και του έδωσαν το όνομα Ιησούς, όπως δηλαδή το είχε ονομάσει ο άγγελος προτού ακόμα συλληφθεί στην κοιλιά της μάνας του. Όταν, σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο, συμπληρώθηκαν και οι μέρες για τον καθαρισμό τους, έφεραν το παιδί στα Ιεροσόλυμα, για να το αφιερώσουν στο Θεό. –Σύμφωνα με το νόμο του Κυρίου, αν το πρώτο παιδί που φέρνει μια γυναίκα στον κόσμο είναι αγόρι, πρέπει να θεωρείται αφιερωμένο στον Κύριο.– Επίσης θα πρόσφεραν θυσία ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια, όπως λέει ο νόμος του Κυρίου. Στα Ιεροσόλυμα βρισκόταν ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Συμεών. Ήταν πιστός και ευλαβής, περίμενε τη σωτηρία του Ισραήλ και τον καθοδηγούσε το Πνεύμα το Άγιο. Του είχε φανερώσει, λοιπόν, το Άγιο Πνεύμα ότι δε θα πεθάνει προτού να δει το Μεσσία. Τότε το Άγιο Πνεύμα του υπέδειξε να πάει στο ναό. Μόλις οι γονείς έφεραν εκεί το παιδί, τον Ιησού, για να κάνουν γι’ αυτό τα έθιμα του νόμου, τον πήρε στην αγκαλιά του, δόξασε το Θεό και είπε: «Τώρα, Κύριε, μπορείς ν’ αφήσεις το δούλο σου να πεθάνει ειρηνικά, όπως του υποσχέθηκες, γιατί τα μάτια μου είδαν το σωτήρα που ετοίμασες για όλους τους λαούς, φως που θα φωτίσει τα έθνη και θα δοξάσει το λαό σου τον Ισραήλ». Ο Ιωσήφ και η μητέρα του θαύμαζαν για όσα λέγονταν γι’ αυτό. Ο Συμεών τους ευλόγησε και είπε στη Μαριάμ, τη μητέρα του Ιησού: «Αυτός θα γίνει αιτία να καταστραφούν ή να σωθούν πολλοί Ισραηλίτες. Θα είναι σημείο αντιλεγόμενο, για να φανερωθούν οι πραγματικές διαθέσεις πολλών. Όσο για σένα, ο πόνος για το παιδί σου θα διαπεράσει την καρδιά σου σαν δίκοπο μαχαίρι». Στα Ιεροσόλυμα ζούσε μια γυναίκα που προφήτευε και την έλεγαν Άννα· ήταν θυγατέρα του Φανουήλ από τη φυλή Ασήρ. Αυτή ήταν πολύ ηλικιωμένη. Έζησε εφτά χρόνια με τον άντρα της μετά το γάμο και τώρα χήρα, ηλικίας ογδόντα τεσσάρων χρονών, δεν έφευγε από το ναό, αλλά λάτρευε το Θεό νύχτα και μέρα με νηστείες και προσευχές. Αυτή παρουσιάστηκε εκείνη την ώρα και δοξολογούσε το Θεό και μιλούσε για το παιδί σε όλους όσοι στην Ιερουσαλήμ περίμεναν τη λύτρωση. Όταν έκαναν όλα όσα πρόσταζε ο νόμος του Κυρίου, γύρισαν στη Γαλιλαία, στην πόλη τους τη Ναζαρέτ. Στο μεταξύ το παιδί μεγάλωνε και το πνεύμα του δυνάμωνε· ήταν γεμάτος σοφία, και η χάρη του Θεού ήταν μαζί του.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 2:1-40 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Filos Pergamos) (FPB)

KAI κατά τις ημέρες εκείνες βγήκε ένα διάταγμα από τον Kαίσαρα Aύγουστο να απογραφεί ολόκληρη η οικουμένη. Aυτή η απογραφή ήταν η πρώτη που έγινε, όταν στη Συρία ηγεμόνευε ο Kυρήνιος. Kαι όλοι έρχονταν για να απογράφονται· κάθε ένας στη δική του πόλη. Aνέβηκε δε από τη Γαλιλαία και ο Iωσήφ, από την πόλη Nαζαρέτ, στην Iουδαία, στην πόλη τού Δαβίδ, που αποκαλείται Bηθλεέμ, (επειδή, αυτός ήταν από την οικογένεια και την πατριά τού Δαβίδ), για να απογραφεί μαζί με τη Mαριάμ, που ήταν αρραβωνιασμένη μ’ αυτόν για γυναίκα, η οποία ήταν έγκυος. Kαι ενώ βρίσκονταν εκεί, συμπληρώθηκαν οι ημέρες για να γεννήσει· και γέννησε τον γιο της τον πρωτότοκο, και τον σπαργάνωσε, και τον έβαλε να πλαγιάσει μέσα στη φάτνη· επειδή, δεν υπήρχε γι’ αυτούς τόπος μέσα στο κατάλυμα. Kαι κοντά στην ίδια περιοχή υπήρχαν ποιμένες, που διανυχτέρευαν στα χωράφια, και φύλαγαν βάρδιες τής νύχτας στο κοπάδι τους. Kαι τότε, ένας άγγελος του Kυρίου φάνηκε σ’ αυτούς ξαφνικά, και δόξα τού Kυρίου έλαμψε ολόγυρά τους, και φοβήθηκαν με μεγάλον φόβο. Kαι ο άγγελος είπε σ’ αυτούς: Mη φοβάστε· επειδή, προσέξτε, σας φέρνω ένα χαρμόσυνο άγγελμα μεγάλης χαράς, που θα είναι σε ολόκληρο τον λαό· επειδή, σήμερα, στην πόλη τού Δαβίδ, γεννήθηκε σε σας σωτήρας, που είναι ο Xριστός, ο Kύριος. Kαι αυτό θα είναι σε σας το σημάδι: Θα βρείτε ένα βρέφος σπαργανωμένο, να κείτεται μέσα στη φάτνη. Kαι ξαφνικά, μαζί με τον άγγελο, φάνηκε ένα πλήθος ουράνιας στρατιάς, που υμνούσαν τον Θεό, και έλεγαν: Δόξα στον Θεό εν υψίστοις, και επάνω στη γη ειρήνη, σε ανθρώπους ευδοκία. Kαι καθώς οι άγγελοι αναχώρησαν απ’ αυτούς στον ουρανό, οι άνθρωποι, οι ποιμένες, είπαν αναμεταξύ τους: Aς πάμε, λοιπόν, στη Bηθλεέμ, και ας δούμε αυτόν τον λόγο, αυτό που συνέβηκε, το οποίο ο Kύριος μας φανέρωσε. Kαι ήρθαν με βιασύνη, και βρήκαν, και τη Mαριάμ και τον Iωσήφ, και το βρέφος να κείτεται μέσα στη φάτνη. Kαι καθώς το είδαν, διακήρυξαν τον λόγο, που ειπώθηκε σ’ αυτούς για τούτο το παιδί. Kαι όλοι εκείνοι που άκουσαν για όσα οι ποιμένες μίλησαν σ’ αυτούς, θαύμασαν. H Mαριάμ, όμως, διατηρούσε όλα αυτά τα λόγια, σκεφτόμενη γι’ αυτά μέσα στην καρδιά της. Kαι οι ποιμένες γύρισαν πίσω, δοξάζοντας και υμνώντας τον Θεό, για όλα όσα άκουσαν και είδαν, όπως ειπώθηκαν σ’ αυτούς. Kαι όταν συμπληρώθηκαν οι οκτώ ημέρες για να κάνουν την περιτομή στο παιδί, το όνομά του αποκλήθηκε Iησούς, αυτό που ονομάστηκε από τον άγγελο, πριν συλληφθεί στην κοιλιά. Kαι όταν συμπληρώθηκαν οι ημέρες τού καθαρισμού της, σύμφωνα με τον νόμο τού Mωυσή, τον ανέβασαν στα Iεροσόλυμα, για να τον παρουσιάσουν στον Kύριο· όπως είναι γραμμένο στον νόμο τού Kυρίου, ότι: «Kάθε αρσενικό, που διανοίγει μήτρα, θα αποκληθεί άγιο στον Kύριο»· και για να προσφέρουν θυσία, σύμφωνα μ’ αυτό που έχει ειπωθεί μέσα στον νόμο τού Kυρίου: «Ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο νεοσσούς περιστεριών». Kαι νάσου! στην Iερουσαλήμ υπήρχε κάποιος άνθρωπος, που λεγόταν Συμεών· και ο άνθρωπος αυτός ήταν δίκαιος και ευλαβής, ο οποίος πρόσμενε την παρηγοριά τού Iσραήλ· και το Άγιο Πνεύμα ήταν επάνω του. Kαι του είχε αποκαλυφθεί από το Πνεύμα το Άγιο, ότι δεν θα δει θάνατο, πριν δει τον Xριστό τού Kυρίου. Kαι ήρθε στο ιερό οδηγημένος από το Πνεύμα· και όταν οι γονείς έφερναν μέσα το παιδάκι, τον Iησού, για να κάνουν σ’ αυτό σύμφωνα με τη συνήθεια του νόμου, αυτός το δέχθηκε στην αγκαλιά του, και ευλόγησε τον Θεό και είπε: Tώρα απολύεις τον δούλο σου, Δέσποτα, με ειρήνη, σύμφωνα με τον λόγο σου· επειδή, τα μάτια μου είδαν το σωτήριό σου, το οποίο ετοίμασες μπροστά σε όλους τούς λαούς· φως, σε φωτισμό των εθνών, και δόξα τού λαού σου, του Iσραήλ. Kαι ο Iωσήφ και η μητέρα του θαύμαζαν μ’ αυτά που λέγονταν γι’ αυτόν. Kαι ο Συμεών τούς ευλόγησε, και είπε στη Mαριάμ, τη μητέρα του: Δες, αυτός έχει οριστεί για πτώση και ανύψωση πολλών μέσα στον Iσραήλ, και για σημείο αντιλεγόμενο· (και, μάλιστα, εσένα τής ίδιας ρομφαία θα διαπεράσει την ψυχή)· για να φανερωθούν οι διαλογισμοί πολλών καρδιών. Kαι υπήρχε κάποια προφήτισσα, η Άννα, θυγατέρα τού Φανουήλ, από τη φυλή Aσήρ· αυτή ήταν πολύ προχωρημένη σε ηλικία, η οποία έζησε μαζί με τον άνδρα της επτά χρόνια από την εποχή τής παρθενίας της· και αυτή ήταν χήρα, περίπου 84 χρόνων, η οποία δεν απομακρυνόταν από το ιερό, νύχτα και ημέρα λατρεύοντας τον Θεό με νηστείες και προσευχές. Kαι αυτή, καθώς έφτασε εκείνη την ίδια ώρα, δοξολογούσε τον Kύριο, και μιλούσε γι’ αυτόν σε όλους εκείνους που πρόσμεναν λύτρωση στην Iερουσαλήμ. Kαι αφού τα τελείωσαν όλα, σύμφωνα με τον νόμο τού Kυρίου,επέστρεψαν στη Γαλιλαία, στην πόλη τους, τη Nαζαρέτ. Tο δε παιδί αύξανε, και δυναμωνόταν στο πνεύμα, γεμίζοντας με σοφία· και χάρη Θεού ήταν επάνω του.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 2:1-40 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

Τις ημέρες εκείνες ο Καίσαρας Αύγουστος έβγαλε διάταγμα να απογραφτεί όλη η οικουμένη. Η απογραφή αυτή ήταν η πρώτη που έγινε όταν έπαρχος της Συρίας ήταν ο Κυρήνιος. Όλοι πήγαιναν, λοιπόν, να απογραφτούν, καθένας στον τόπο της καταγωγής του. Ανέβηκε κι ο Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ, πόλη της Γαλιλαίας, στην Ιουδαία, για να απογραφτεί στην πόλη Δαβίδ, που ονομάζεται Βηθλεέμ, γιατί καταγόταν από την οικογένεια και τη γενιά του Δαβίδ. Είχε μαζί του και τη Μαριάμ, τη μνηστή του, η οποία ήταν έγκυος. Τον καιρό που αυτοί ήταν εκεί, ήρθε η ώρα της Μαριάμ να γεννήσει, και γέννησε τον γιο της τον πρωτότοκο. Τον σπαργάνωσε και τον ξάπλωσε σ’ ένα παχνί, γιατί δε βρήκαν μέρος στο πανδοχείο. Στην περιοχή εκείνη βρίσκονταν βοσκοί που έμεναν στο ύπαιθρο και φύλαγαν βάρδιες τη νύχτα για το κοπάδι τους. Σ’ αυτούς παρουσιάστηκε ένας άγγελος Κυρίου και τους περιέβαλε θεϊκή λαμπρότητα. Εκείνοι κατατρόμαξαν, αλλά ο άγγελος τους είπε: «Μην τρομάζετε! Σας φέρνω ένα χαρμόσυνο άγγελμα, που θα γεμίσει με χαρά μεγάλη όλο τον κόσμο: Σήμερα, στην πόλη Δαβίδ γεννήθηκε για χάρη σας σωτήρας –κι αυτός είναι ο Χριστός, ο Κύριος. Και τούτο είναι το σημάδι για να τον αναγνωρίσετε: Θα βρείτε ένα βρέφος σπαργανωμένο και ξαπλωμένο μέσα σ’ ένα παχνί». Ξαφνικά, κοντά στον άγγελο, παρουσιάστηκε ένα πλήθος απ’ την ουράνια στρατιά των αγγέλων, οι οποίοι υμνούσαν το Θεό και έλεγαν: «Δόξα στον ύψιστο Θεό και ειρήνη στη γη, αγάπη και σωτηρία για τους ανθρώπους!» Όταν οι άγγελοι έφυγαν στον ουρανό, οι βοσκοί είπαν μεταξύ τους: «Ας πάμε λοιπόν ως τη Βηθλεέμ να δούμε αυτά που έγιναν και που μας έκανε γνωστά ο Κύριος». Τρέχοντας ήρθαν και βρήκαν τη Μαριάμ και τον Ιωσήφ, και το βρέφος ξαπλωμένο στο παχνί. Όταν τους είδαν, τους διηγήθηκαν τα λόγια που τους είπε ο άγγελος γι’ αυτό το παιδί. Όλοι όσοι τα άκουσαν έμειναν κατάπληκτοι μ’ αυτά που τους είπαν οι βοσκοί. Η Μαριάμ διατηρούσε όλα αυτά τα λόγια στην καρδιά της και τα σκεφτόταν συνεχώς. Οι βοσκοί γύρισαν πίσω δοξάζοντας και υμνώντας το Θεό για όλα όσα άκουσαν και είδαν· ήταν όλα όπως τους είχαν ειπωθεί. Όταν συμπληρώθηκαν οχτώ μέρες, έκαναν στο παιδί περιτομή και του έδωσαν το όνομα Ιησούς, όπως δηλαδή το είχε ονομάσει ο άγγελος προτού ακόμα συλληφθεί στην κοιλιά της μάνας του. Όταν, σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο, συμπληρώθηκαν και οι μέρες για τον καθαρισμό τους, έφεραν το παιδί στα Ιεροσόλυμα, για να το αφιερώσουν στο Θεό. –Σύμφωνα με το νόμο του Κυρίου, αν το πρώτο παιδί που φέρνει μια γυναίκα στον κόσμο είναι αγόρι, πρέπει να θεωρείται αφιερωμένο στον Κύριο.– Επίσης θα πρόσφεραν θυσία ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια, όπως λέει ο νόμος του Κυρίου. Στα Ιεροσόλυμα βρισκόταν ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Συμεών. Ήταν πιστός και ευλαβής, περίμενε τη σωτηρία του Ισραήλ και τον καθοδηγούσε το Πνεύμα το Άγιο. Του είχε φανερώσει, λοιπόν, το Άγιο Πνεύμα ότι δε θα πεθάνει προτού να δει το Μεσσία. Τότε το Άγιο Πνεύμα του υπέδειξε να πάει στο ναό. Μόλις οι γονείς έφεραν εκεί το παιδί, τον Ιησού, για να κάνουν γι’ αυτό τα έθιμα του νόμου, τον πήρε στην αγκαλιά του, δόξασε το Θεό και είπε: «Τώρα, Κύριε, μπορείς ν’ αφήσεις το δούλο σου να πεθάνει ειρηνικά, όπως του υποσχέθηκες, γιατί τα μάτια μου είδαν το σωτήρα που ετοίμασες για όλους τους λαούς, φως που θα φωτίσει τα έθνη και θα δοξάσει το λαό σου τον Ισραήλ». Ο Ιωσήφ και η μητέρα του θαύμαζαν για όσα λέγονταν γι’ αυτό. Ο Συμεών τους ευλόγησε και είπε στη Μαριάμ, τη μητέρα του Ιησού: «Αυτός θα γίνει αιτία να καταστραφούν ή να σωθούν πολλοί Ισραηλίτες. Θα είναι σημείο αντιλεγόμενο, για να φανερωθούν οι πραγματικές διαθέσεις πολλών. Όσο για σένα, ο πόνος για το παιδί σου θα διαπεράσει την καρδιά σου σαν δίκοπο μαχαίρι». Στα Ιεροσόλυμα ζούσε μια γυναίκα που προφήτευε και την έλεγαν Άννα· ήταν θυγατέρα του Φανουήλ από τη φυλή Ασήρ. Αυτή ήταν πολύ ηλικιωμένη. Έζησε εφτά χρόνια με τον άντρα της μετά το γάμο και τώρα χήρα, ηλικίας ογδόντα τεσσάρων χρονών, δεν έφευγε από το ναό, αλλά λάτρευε το Θεό νύχτα και μέρα με νηστείες και προσευχές. Αυτή παρουσιάστηκε εκείνη την ώρα και δοξολογούσε το Θεό και μιλούσε για το παιδί σε όλους όσοι στην Ιερουσαλήμ περίμεναν τη λύτρωση. Όταν έκαναν όλα όσα πρόσταζε ο νόμος του Κυρίου, γύρισαν στη Γαλιλαία, στην πόλη τους τη Ναζαρέτ. Στο μεταξύ το παιδί μεγάλωνε και το πνεύμα του δυνάμωνε· ήταν γεμάτος σοφία, και η χάρη του Θεού ήταν μαζί του.